Πεταλούδα..

   Το σκοτάδι προδίδει την όψη σου. Λευκή σαν το μπαμπάκι. Δυο σπίθες τα μάτια. Δυο φτερά τα χέρια. Κι ας μη θέλησες ποτέ πουλί να γίνεις. Το σκοτάδι τονίζει τη σιλουέτα σου. Κυρτή. Κι όμως τόσο νέα. Ίσως από το φόβο βάρυνε η πλάτη. Ίσως από την ανασφάλεια. Ίσως από τη σκληράδα του κόσμου βάφτηκαν τα χείλη με κόκκινο χρώμα. Με ριγμένο στους ώμους τους μισούς ένα πέπλο από μετάξι. Γυάλιζες στο σκοτάδι. Κι αφού έφυγαν οι νεράιδες, δε μπορώ να σε παρομοιάσω πια με κείνες. Σαν πεταλούδα έμοιαζες..
   Οι λέξεις σου ήταν αχνές. Αγέρας μεσ' στο δωμάτιο δεν υπήρχε να τις μεταφέρει μέχρι τα χείλη μου να τις γευθώ. Ούτε ν' ακούσω μπορούσα γιατί ήθελες να σωπάσεις. Σου είπα γράψε και πήρες το χαρτί στα χέρια σου. Κίτρινο. Όπως το όνειρό σου που χρόνια προσμένει την αληθινή προσδοκία. Και τώρα που τη βρήκε δεν την κυνηγάει? Κάθε άνθρωπος περιμένει έναν άνθρωπο. Κάθε ψυχή καρτερεί μονάχα μια ψυχή. Δεν είναι λογική, είναι αγάπη. Δεν είναι πληγή, είναι έρωτας. Κάθε άνθρωπος καρτερεί μονάχα έναν. Μια πεταλούδα καρτερεί..
   Το χέρι σταθερό δεν ήταν. Σα μουτζούρα ζωγράφισες κι έκανα να γελάσω μέχρι που με κοίταξες. Ήτανε δάκρυ ετούτο που κάλυπτε τα σκυμμένα βλέφαρά σου? "Δεν ξέρω να γράφω", είπε, "λόγια του έρωτα. Δε μ' έμαθαν ποτέ". Δεν είχα θάρρος ούτε το χέρι σου ν' αγγίξω. Κι ήξερα καλά το μονοπάτι στο χαρτί. Μ' εγκατέλειψε η μιλιά μου. Μια φωτιά άρχισε να καίει στα σωθικά μου. Λες να ΄ναι από κείνες τις πεταλούδες που ζουν μονάχα ημέρα μία? Αναρωτήθηκα και χάθηκα. Περιμένω να φέξει απ' έξω και να βγω να κόψω ένα λουλούδι να σου χαρίσω. Παρέα μ' ένα χαμόγελο. Και μια μεγάλη αγκαλιά. Τι ωραία χρώματα που έχουν οι πεταλούδες..
   Δεν πατάω πια στη γη. Αιωρούμαι πάνω από τις πιο γλυκές αναμνήσεις σου. "Στάσου", φώναξα καθώς ξεμάκραινες, "Που πας χωρίς εμένα?"
"Με δυο λόγια του αέρα δεν κερδίζεις μια καρδιά που δεν έχει μάθει ν' αγαπά", είπε από μέσα της. Το άκουσα όμως. Το άκουσα. Ψίθυρος ψυχής. Και σου απάντησα στο ίδιο. "Αν είναι να ζήσεις μια μέρα στο χρόνο μονάχα, ζήσε τη μ' αυτόν που αγαπάς. Κι ας μην ξέρεις τον τρόπο να το κάνεις."
Κοντοστάθηκε. Το βλέμμα της ψυχρό. Κι όμως η φωτιά στα στήθια φτάνει για να ζεστάνει όλο τον κόσμο της. "Κάνε δρόμο το κορμί σου να διαβώ. Για μία μέρα μόνο. Και θα το θυμάμαι για πάντα. Κι αν τύχει και σε λυπηθεί ο αγέρας κι αύριο δε σε πάρει μακριά μου, δυο κορμιά θα ενωθούν για πάντα. Καμία απόσταση. Καμία. Κανένας δρόμος πια."
   Δώρα δεν έχω υλικά. Ακόμη και το λουλούδι σπαρταράει στα χέρια μου, να φύγει θέλει. Όπως εσύ, να μην πληγώσω τα φτερά σου θα προσέχω. Δώρα πολλά αισθήματα. Πόσο πονάει να βλέπεις μια πεταλούδα να πονά..
   Με μια ανάσα ν' αφεθούμε σε μια νυχτιά. Να τριγυρνάμε από λουλούδι σε λουλούδι. Να προλάβεις να μου δείξεις τι έζησες σε μία μέρα. Σ' αρέσει να τραγουδάς? Να κουνάς τα φτερά σου κι ο άνεμος να με πετάει μακριά..


..Ότι κι αν γράψω στο χαρτί μικρή θα κάνει τη γιορτή..
..κι από τους πόνους σου θα βγάλω τα γιατί..

   Το ξέρω πως δεν κοιμάσαι. Δεν προλαβαίνεις. Και σ' αυτό μοιάζουμε. Κάθε που πέφτουν τα βλέφαρα χάνω μια εικόνα από το χρόνο. Ο κόσμος είναι υπέροχος όταν ξέρεις που βαδίζεις. Κι η ζωή πανέμορφη από κει ψηλά που τη χαζεύεις. Και παρακάλεσα τα σύννεφα να μη δακρύσουν απόψε. Να μη σκιαχτείς από τις στάλες της βροχής και κρυφτείς και τι θα προλάβεις μετά να ζήσεις! Γερνάς σε μία μέρα πεταλούδα μου..
   Κάθε που με παράπονα γεμίζεις παίρνω ανάσα βαθιά και ξεφυσάω στα χείλη σου. Δε σωπαίνω πια όταν πρέπει εκεί να 'μαι. Δεν ανασταίνω τα παλιά, έσταξα γύρη στις πληγές μου από τα χείλη σου, να κλείσουν. Χειμωνιάζει και ταράζομαι. Θα χαθούν όλες οι άνοιξες και τα πιο υπέροχα φθινόπωρα και πως θα μπορώ πια να κλειστώ στον εαυτό μου? Μι' ανάσα μόνο πριν το τέλος. Άλλωστε κι ο άγγελος φτερά σαν της πεταλούδας έχει..










* If you should return to me ,we truly were meant to be.