Η κάποια Εκείνη

Έρχονται στιγμές που μετανιώνω που γνωρίζω τη συνέχεια δίχως να χω ζήσει την αρχή. Τόσο περίπλοκα απλά είναι τα πράγματα για μένα και με μένα. Ξέρω καλά πως αν δεν κάνεις/κάνω/κάνει γίνει κάτι τέλοσπάντων,  μπουμ! θα χαθούμε. Ο κόσμος είναι ένα μέρος που μου μοιάζει ώρες ώρες σαν ένας τεράστιος ακανόνιστος σανός από άχυρο. Και μεις οι δυο ναι ξανά εμείς οι δυο, ακολουθούμε τα κλισέ κι αποκαλούμαστε βελόνες. Και θα χαθούμε. Το ξέρω. Ίσως να τελειώσει άδοξα σίγουρα θα τελειώσει νωρίς μπορεί ίσως και λίγο πιο αργά, αλλά θα τελειώσει. Κι αν ακούγεται ακατόρθωτο να εντοπίζεις μια βελόνα στ’ άχυρα σκέψου να ναι δύο. Ωραία, σύμφωνοι αυξάνονται οι πιθανότητες να πετύχεις τη μία αλλά με μία, δεν ζεις. Θέλεις δύο κατάλαβες, γάμα τις  πιθανότητες. Δεν είμαστε νούμερα, παρόλο που μια ζωή κυνηγάμε νούμερα και τρέχουμε πίσω από Νούμερα. Αλλά πάλι υπάρχει και η φωτιά. Αυτή μου διαφεύγει πάντα μονάχα όταν βαδίζω διαμέσου της, τη νιώθω στο πετσί μου. Με μια φωτιά μπορούμε να κάψουμε όλο το σανό, όλο τον πλανήτη, όλο τον κόσμο, κάθε ηλίθιο που παρεμβάλλεται στα πλάνα μας, όλα τα πρέπει κι όλα τα μη για να απομείνουμε εμείς οι δύο. Κι αν δε θες φωτιά, δώσε μου σπίρτα, μια φλόγα, μια σπίθα, κάτι θα την βρω εγώ τη λύση. Άλλωστε δε στα ‘παν, είμαι καλή στο να βρίσκω λύσεις. Αλλά θέλει μαγκιά για να μπλεχτείς δεν συμβαίνουν έτσι απλά, και λίγη τύχη συμπληρώνω. Όμως έρχονται άλλες πάλι στιγμές που μετανιώνω που γνωρίζω ακόμη και το  τέλος δίχως να χω ζήσει την αρχή. Εβδομαδιαία επιβάτιδα στην Αμαξοστοιχία 532 μέχρι να πιάσουν τα κρύα. Ή σκυφτή σε μια πτυσσόμενη καρέκλα να συνειδητοποιώ το τέλος που ήρθε, όταν ο ήλιος εξαφανίσει το πέπλο της νύχτας με τις πρώτες του ακτίνες πραγματικότητας. 
Και να θυμάσαι:
Βελόνες είμαστε και σα βελόνες πληγώνουμε γαμώ τις παρομοιώσεις μου γαμώ.