Οι από κάτω..

Τα φώτα για μια φορά ακόμα θα ανοίξουν. Οι ηθοποιοί θα ανέβουν στη σκηνή, μαζί και εσύ. Θα κοιτάξεις ασυναίσθητα τον κόσμο από κάτω, θα ψάξεις, θα αναρωτηθείς, είναι εδώ? Ήρθε να με δει? Και αν δεν είναι? Θα πικραθείς, αλλά δεν μπορείς να κάνεις κάτι..Πρέπει να παίξεις το ρόλο σου. Το ρόλο που σχεδίαζες τόσο καιρό, που έχεις δώσει την ψυχή σου για να βγει αληθινός, το ρόλο με τον οποίο ταυτίστηκες και ένιωσες στο πετσί σου.
Αλλά γιατί σε νοιάζει ποιος είναι από κάτω? Παίζεις για εσένα. Παίζεις για το δικό σου πάθος, τη δική σου ικανοποίηση, τη δική σου ολοκλήρωση.. Παίζεις για να βρεις τη δική σου αλήθεια σε γραμμές, φράσεις και εικόνες. Παίζεις για να γνωρίσεις τον πόνο μιας μάνας που χάνει το παιδί της, ενός πατέρα που σκότωσε την ζωή του, και μιας κόρης που χάνεται σε μονοπάτια περασμένα και σκοτεινά αφού εγκατέλειψε τα όνειρα της. Προσπαθείς να το μεταδώσεις αλλά ποτέ δεν είναι αρκετά καλό για εσένα. Το κοινό θα χειροκροτήσει, εσύ θα χαμογελάσεις, και το έργο θα τελειώσει.
Θα σβήσουν τα φώτα...θα πας στα καμαρίνια...θα αλλάξεις, θα ξεβαφτείς και θα πας σπίτι ,μισοτελειωμένος και ψόφιος αλλά με μια γλυκιά πίκρα ως ανάμνηση της παράστασης.
Τελικά ήταν από κάτω? Με είδε? Τι σχόλια είχε? Ήταν θετικά, αρνητικά? Μα γιατί ασχολείσαι? Ποιον κοροϊδεύεις? Αφού δεν σε νοιάζει εάν ήταν ανάμεσα στις επευφημίες και στα χειροκροτήματα. Ή μήπως σε νοιάζει?
Θα αρχίσεις να σκέφτεσαι τι μπορεί να συνέβη. Μπορεί να είχε δουλειά. Εάν ήρθε, γιατί δε μου μίλησε? Και αν μου μίλησε αλλά δεν άκουσα? Ή μήπως το ξέχασε? Υποθέσεις ,εικασίες, όλο μπορεί, αν, μάλλον και ίσως. Τελικά σε νοιάζει...σε νοιάζει ποιος είναι από κάτω. Αναλώνεσαι σε άσκοπα ερωτήματα απλά για να συνειδητοποιήσεις ότι ναι μεν, θέλεις να μην εξαρτάσαι του κοινού, αλλά πάντα θα σε ενδιαφέρει η ευχαρίστησή του. Πάντοτε θα ελπίζεις να έρθει κάποιος εκστασιασμένος στα καμαρίνια, να σου πει "συγχαρητήρια, με άγγιξες, το κείμενο ήταν υπέροχο και οι ερμηνείες εκπληκτικές". Θα χαρείς, φυσικά και θα χαρείς, αλλά πάλι, θα γυρίσεις σπίτι τελείως απογοητευμένος γιατί...μπορούσες και καλύτερα. Μια ασταμάτητη μάχη με τον εαυτό σου και με το κοινό, με τον τρόπο που κοιτάνε όταν κλαις, με τον τρόπο που κλαίνε όταν κοιτάς, με το αν ήρθε, αν σε είδε.
Και γυρνάς πάλι στα ίδια.
Θα κουραστείς...θα ξαπλώσεις...θα κοιτάξεις στο ταβάνι...και θα παραδεχτείς ότι τελικά έτσι είναι η κατάσταση και έτσι θα μείνει. Θα κλείσεις τα μάτια σου...και εκεί πλέον θα σε κυνηγάνε τα όνειρα σου.

Όμως ξέρεις κάτι?
Ε, ΔΕ ΜΕ ΝΟΙΑΖΕΙ. ΔΕ θέλω να ξέρω αν ήρθες, ΔΕ θέλω να ξέρω αν σου άρεσε και κυρίως ΔΕ θέλω να με νοιάζει.

Αλλά σε παρακαλώ...εάν δεν έρθεις...βρες με στα παρασκήνια, και πες ότι με είδες και ότι σου άρεσε. Και εγώ θα σε πιστέψω, θα πιέσω τον εαυτό μου και θα σε πιστέψω...