Άτιτλο








     Κοντεύει τρεισήμισι το πρωί, μετά από μια ακόμη κουραστική βάρδια στη δουλειά και η υπερένταση μαζί με τις σκέψεις δε λένε να σταματήσουν. Τι νόημα έχουν όλα αυτά εν τέλει; Βγάζει κάπου όλο αυτό το ατέρμονο επαναληπτικό μοτίβο της μιζέριας; Γιατί κανείς εκεί έξω δε χαμογελά πλέον; 

     Το ότι η κρίση έχει γονατίσει κόσμο, ναι το ξέραμε. Αλλά είναι σα να έδωσε το ελεύθερο και σε άλλες συμπεριφορές να βγάλουν ξανά το κακό - μεσαιωνικό - τους πρόσωπο. Δε δύναται να είσαι στη χώρα που υποτίθεται γέννησε τη δημοκρατία και οι μισές σου κουβέντες να βρίθουν κεκαλυμμένο μίσος για το οτιδήποτε διαφορετικό, οτιδήποτε σου χαλάει τη μουχλιασμένη νόρμα στην οποία είσαι συνηθισμένος. Δε θα ανοίξω αυτό το θέμα όμως τώρα, και κυρίως όχι σ' αυτό το είδος μονολόγου. 

     Λέω για τη γενιά μου. Αυτά τα παιδιά που πάνω στους ώμους τους έπεσαν βάρη που δεν έπρεπε και είναι άμαθα ακόμη. Υποτίθεται είμαστε ενήλικες αλλά δεν αισθάνεται κανείς έτσι. Πώς θ' αλλάξουμε τον κόσμο; Κάποιοι μεγαλώσαμε απότομα, άλλοι φέρονται σα μωρά, και οι υπόλοιποι απλά επιβιώνουν. Ξενερωμένη γενιά απ' όλα και κουρασμένη, πριν καν κουραστεί. Απ' όπου κι αν το πιάσεις, όλα φαίνονται κενά, όλα φτιαγμένα για το θεαθήναι. 

     Και όσον αφορά στις σχέσεις, δεν ξέρει κανείς να μιλάει. Όλοι ξαφνικά γίναμε εγωιστές, δε θέλουμε να βάλουμε ταμπέλες, δε θέλουμε την καταπίεση, δεν, δεν, δεν. Αλλά θέλουμε τα προνόμια. Πως σκατά γίνεται σε μια εποχή που το σεξ είναι τόσο εύκολο, κανείς να μην επιδιώκει την αυθεντική ανθρώπινη επαφή; Αυτό το απλό και τίμιο "μου αρέσεις, πάμε μια βόλτα να τα πούμε;" Κρυμένοι πίσω από πέντε ίντσες γυαλιού προσπαθούμε να φανούμε όσο πιο ελκυστικοί και τέλειοι γίνεται, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό μας καταστρέφει, μας πνίγει και μας εθίζει ταυτόχρονα. Το παίζουμε δύσκολοι, γιατί "όσο φτύνεις κολλάει", το παίζουμε ψαγμένοι, γενικά το παίζουμε. Είμαστε παιδάκια που νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα. 

     Και παίζουμε επικίνδυνα κάποιες φορές. Παίζουμε με ψυχές. Σκοτώνουμε συναισθήματα και συνειδήσεις τόσο εύκολα και ωμά και δε νιώθουμε τις επιπτώσεις. (Εκτός κι αν μας αφορά, εκτός κι αν εμείς είμαστε ο δέκτης, εκεί κλωτσάμε). Ανάθεμα τον άνθρωπο και το μυαλό που κουβαλάει. Σίγουρα, ανέκαθεν υπήρχε η κατηγορία του σκατάνθρωπου, αλλά κάποτε υπήρχε και μπέσα. Υπήρχε το ανθρώπινο βλέμμα που ανάλογα την καθαρότητά του ήξερες κατά πόσο θα σου γαμήσει τη ζωή. Τώρα, τα έχεις μεν σε 4k κρυστάλινη ανάλυση, αλλά η ουσία είναι κρυμμένη. Τώρα, όλα παίζονται βρώμικα, κάτω απ' το τραπέζι. Αν δεν υπάρξει αντάλλαγμα, δεν αξίζει βλέπεις. 

     Εδώ λες φτάνει όμως. Δε θα γίνεις ένα μ'αυτούς. Το ότι σε πλήγωσαν κάποτε απλά το αφήνεις εκεί, στο "κάποτε". Επενδύεις σ' εσένα, σε μορφώνεις, σε βελτιώνεις, και γίνεσαι η καλύτερη εκδοχή σου. Χαμογελάς. Κουνάς το κεφάλι και δεν αδιαφορείς στον κάθε ηλίθιο που προσπαθεί να φανεί ανώτερος εκεί που νομίζει ότι τον παίρνει. Αντιθέτως, απαντάς, αντιδράς, διεκδικείς. Του τη λες, και αυτό συνήθως πιάνει, γιατί δεν έχουν συνηθίσει στην ανταπάντηση. Κι αν ωστόσο δεν πιάσει, και δεις ότι δε βγαίνει άκρη, εκεί απλά σκας ένα χαμόγελο, και φεύγεις. Οι τοίχοι δεν είναι για να τους μιλάμε. 

     Στο κάτω κάτω, ένας πετυχημένος ενήλικας είναι αυτός που έχει καταφέρει να τα πίνει παρέα με τους δαίμονές του.